To rock’n’roll γεννήθηκε το 1954, αλλά στα τέλη της ίδιας δεκαετίας έμοιαζε κιόλας ετοιμοθάνατο: με τον Elvis στο στρατό, τον Little Richard πάστορα, τον Chuck Berry στη φυλακή, τον Jerry Lee Lewis σε δυσμένεια και τον Buddy Holy νεκρό, η μουσική πέρασε στα χέρια των εταιρειών δίσκων για τα καλά. Οι διευθυντές τους αντικατέστησαν τους αυθεντικούς αλλά ανυπότακτους καλλιτέχνες με μια σειρά από ανδρείκελα, κάτι χαριτωμένα αγοράκια και κοριτσάκια [σαν τον Fabian, τον Bobby Rydell και τον Frankie Avalon], που δεν έγραφαν τραγούδια, δεν είχαν σπουδαίες φωνές, αλλά ήταν όμορφα – κι ακίνδυνα. Πως όμως να πλασάρεις ένα άφωνο ομορφούλη από το ραδιόφωνο, το κύριο μέσο μέχρι τότε της προώθησης της καινούργιας μουσικής; Τα στελέχη των εταιρειών είχαν τότε τη φαεινή ιδέα να στραφούν στην τηλεόραση. Και εγεννήθη American Bandstand!
Το Bandstand, όπως λεγόταν αρχικά, ήταν μια εκπομπή της τοπικής τηλεόρασης της Φιλαδέλφεια, που ξεκίνησε το 1956, με πολύ απλό περιεχόμενο: καμιά εκατοστή τηνέιτζερς χόρευαν με τη συνοδεία δίσκων, ενώ σπανιότερα εμφανίζονταν προσωπικά και κάποιοι τραγουδιστές. Την επόμενη χρονιά οικοδεσπότης ανέλαβε ο πολύς Dick Clark, και η εκπομπή άρχισε να μεταδίδεται με εκπληκτική επιτυχία σε ολόκληρη τη χώρα με τον νέο τίτλο American Bandstand. Η Φιλαδέλφεια έγινε η καρδιά της πληροφόρησης για κάθε τι καινούργιο στον τομέα της νεανικής κουλτούρας, κατέληξε μάλιστα να γίνει η πόλη στην οποία δοκιμαζόταν κάθε καινούργιος τραγουδιστής, χορός ή νεανική μόδα. Χάρη στην τηλεόραση, ένας χορός που κάποτε χρειαζόταν χρόνο για να γίνει γνωστός σε όλη τη χώρα, τώρα έπαιρνε διαστάσεις πανεθνικής μανίας εν μία νυκτί. Αυτό φυσικά δημιούργησε την ανάγκη για μια διαρκή παραγωγή και εναλλαγή καινούργιων χορών.
Το 1958 o Hank Ballard των Midnighters έγραψε και ηχογράφησε ένα κομμάτι που λεγόταν ‘The Twist’, σαν φλιπ-σάιντ του τραγουδιού ‘Teardrops on your Letter’ i. Το ‘Teardrops...’ είχε κάποια σχετική επιτυχία, το ‘Twist’ όμως πέρασε απαρατήρητο. Εκείνη την εποχή ακριβώς, ο Dick Clark γνώρισε στη Φιλαδέλφεια ένα νεαρό μαύρο φερέλπιδα τραγουδιστή ονόματι Ernest Evans. Ο Evans καθάριζε κοτόπουλα στην κρεαταγορά για να ζήσει, και του άρεσε να μιμείται διάφορους τραγουδιστές, το μεγάλο του σουξέ ήταν μάλιστα ο Fats Domino. Ο Clark τον συνάντησε στην τοπική εταιρεία δίσκων Cameo-Parkaway, και του ανέθεσε να τραγουδήσει ένα δισκάκι που έστελνε κάθε χρόνο σαν χριστουγεννιάτικο δώρο στους φίλους του. Το δισκάκι λεγόταν ‘The Class’, και ο Evans μιμούνταν διάφορους γνωστούς τραγουδιστές, αλλά η επόμενη ηχογράφησή του ήταν μια καινούργια εκτέλεση του ‘The Twist’. Καθώς μάλιστα το παρατσούκλι του Evans ήταν ‘Chubby’, δηλαδή στρουμπουλός, ο Clark του άλλαξε το όνομα σε Chubby Checker, κάτι δηλαδή σαν Παχουλό Σκάκι - σε παραλλαγή του Χοντρού Ντόμινο. Ο Checker παρά τη σχετικά καλή φωνή του, υιοθέτησε ένα ένρινο τόνο, ήταν όμως εξαίρετος χορευτής, κι αυτό αρκούσε. Μετά από μερικές συνεχόμενες εμφανίσεις στο American Bandstand, η μανία του τουίστ ξέσπασε σε όλη την Αμερική. Το τραγούδι έφτασε στην πρώτη θέση του καταλόγου επιτυχιών του Billboard στις 19 Σεπτεμβρίου του 1960.
Ο χορός φυσικά θα ξεθύμαινε γρήγορα, όπως τόσοι άλλοι πριν και μετά, τότε όμως ξαφνικά μπήκαν στη μέση οι κοσμικογράφοι και υψηλή κοινωνία της Νέας Υόρκης. Η δημοσιογράφος Cholly Knickerboker έγραψε στη στήλη της ότι ο πρίγκιπας Σέργιος Ομπολένσκι εθεάθη να χορεύει τουίστ σε ένα κλαμπ του Μανχάταν, το Peppermint Lounge. Από την επομένη μέρα, το τουίστ έγινε ο χορός της μόδας σε όλο τον κόσμο. Δεκαπέντε χρόνια πριν το Studio 54, οι διάφοροι πλούσιοι και διάσημοι έβαζαν μέσο και δωροδοκούσαν γκαρσόνια και πορτιέρηδες για να μπουν στο Peppermint Lounge. Εκεί έπιναν και χόρευαν όλη τη νύχτα τουίστ με τη συνοδεία του συγκροτήματος Joey Dee and the Starliters ii, που έπαιζαν τουίστ όλη τη νύχτα, κάθε νύχτα. Η Γκρέτα Γκάρμπο, η Ελσα Μάξγουελ και η Τζούντυ Γκάρλαντ, ο Νόελ Κάουαρντ και ο Τενεσή Γουίλιαμς, η δούκισσα Μπερναντότ και ο δούκας του Μπέλφορντ χόρευαν τουίστ. Οι φήμες έλεγαν ότι η Τζάκι Κένεντυ χόρευε τουίστ στο Λευκό Οίκο. Στο Λονδίνο χόρεψε τουίστ δημοσίως η πρίμα μπαλαρίνα Μαργκό Φοντέιν, και το ίδιο έκανε στο Παρίσι ο Ζαν Κοκτώ. Όλος ο κόσμος χόρευε τουίστ.
Ο Chubby Checker επανήλθε στο προσκήνιο με το ‘Pony Time’ το Φεβρουάριο του 1961, ενώ το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς μπήκε στα δέκα πρώτα του Billboard με το ‘Let’s Twist Again’. Χάρη στην παγκόσμια τρέλα του τουίστ, το ομώνυμο τραγούδι έκανε πάλι την εμφάνισή του στους καταλόγους των επιτυχιών τον Ιανουάριο του 1962. Μια σειρά από καλλιτέχνες επωφελήθηκαν και ηχογράφησαν κι αυτοί τουίστ: ο Elvis το ‘Rock-A-Hula-Baby’, o Bobby Lewis το ‘Tossin’ and Turnin’’, o Sam Cook το ‘Twisting the Night Away’, o Joey Dee με τους Starliters – τι άλλο; - το ‘Peppermint Twist’, ενώ το καλύτερο απ’ όλα, το ‘Twist and Shout’ τραγούδησαν οι Isley Brothers. Όσο διαρκούσε η μεγάλη τρέλα του τουίστ, ο Checker έκανε ότι μπορούσε για να επωφεληθεί από αυτό που ήξερε ότι θα ήταν βραχύβιο, και ηχογράφησε πάμπολλους δίσκους με τουίστ και άλλους ‘μοντέρνους’ χορούς. Ταυτόχρονα, σε όλη την Αμερική στήθηκε μια βιομηχανία πώλησης αναμνηστικών: κουκλάκια Chubby, μπλουζάκια τζην και γραβάτες Chubby, φούστες αδιάβροχα και νυχτικά τουίστ.
Τι το διαφορετικό όμως είχε το τουίστ, και γιατί έκανε τέτοιο πάταγο παγκοσμίως; Πρώτα απ’ όλα, ήταν ο πρώτος χορός που δεν απαιτούσε τη σωματική επαφή των χορευτών. Ο καθένας χόρευε μόνος του και η έμφαση δινόταν στις φιγούρες, που άλλαζαν από μέρα σε μέρα. Ο χορός πήρε ένα τόνο πιο cool, πιο απρόσωπο από τη μία, ενώ από την άλλη αποτελούσε μια προσωπική εμπειρία για το χορευτή που τον απορροφούσε πια μόνο η δική του παρουσία. Δεύτερον, με την έναρξη της δεκαετίας του `60, η νεανική κουλτούρα, τα νιάτα και η ομορφιά έγιναν το καινούργιο σύμβολο επιτυχίας, που οι πάντες θέλησαν να μιμηθούν, είτε κοσμικοί, είτε απλοί ενήλικες που μέχρι τότε περιφρονούσαν το rock’n’roll σαν μουσική για πιτσιρίκια. Ηταν κατά κάποιο τρόπο μια αναβίωση της δεκαετίας του `20 και της τρέλας του τσάρλεστον, μια εποχή διασκέδασης μέχρι τελικής πτώσεως.
Οι τηνέιτζερς όμως αντέδρασαν υιοθετώντας όλο και πιο καινούργιους χορούς και αφήνοντας πίσω τους το τουίστ, που ήταν πια μια μόδα για μαμάδες και μπαμπάδες. Η έλευση του τουίστ σηματοδοτεί ένα κατακλυσμό από καινούργιους χορούς, πολλοί από τους οποίους ήταν τόσο βραχύβιοι που δεν τους θυμάται πια κανείς. Κρατηθείτε: Hully Gully, Madison, Watusi, Loco-Motion, Hitch-Hike, the Fly, Pony, Popeye, Mashed Potato, Limbo, the Dog, the Monkey, Slop, Waddle, the Frug, Cool Jerk, Block, Boogaloo, Philly Skate, Beulah Wig, Surfer Stomp, Funky Broadway, και πολλοί άλλοι ακόμα. Τώρα λοιπόν μπορεί να καταλάβει κανείς καλύτερα την ‘απόγνωση’ του τραγουδιστή των Contours, όταν φωνάζει στο περίφημο ‘Do You Love Me?’, ‘μ’ αγαπάς τώρα που έμαθα να χορεύω....’ κι αρχίζει να απαριθμεί τους χορούς που ξέρει.
....Έχουμε μπει όμως πια στο 1964, και τον Ιανουάριο καταφτάνουν στις ΗΠΑ οι Beatles. Ξαφνικά όλα αυτά είναι πια άνευ ουσίας. Και το rock ενηλικιώνεται.
Χίλντα Παπαδημητρίου
i Ο Hank Ballard ισχυριζόταν αργότερα ότι εμπνεύστηκε το τραγούδι βλέποντας κάτι νεαρούς να χορεύουν ένα ανάλογο χορό στην Τάμπα της Φλόριδα. Ο Jerry Waxler όμως, στο βιβλίο του Charlie Gillett ‘Making Tracks’, που είναι η ιστορία της εταιρείας δίσκων Atlantic, ισχυριζόταν ότι το τραγούδι ήταν κλεμμένο από μια σύνθεση του άλλου ιδιοκτήτη της Atlantic, Ahmet Ertegun, και ότι ο Ballard το άκουσε από τον Clyde McPhatter και το αντέγραψε.
ii Αξίζει να αναφέρουμε ότι μετά την επιτυχία του, ο Dee άνοιξε δικό του κλαμπ στη Νέα Υόρκη. Το γυναικείο φωνητικό τρίο που τον συνόδευε για λίγο έγινε διάσημο στη συνέχεια ως Ronettes, ενώ η μπάντα που τον συνόδευε μετεξελίχθηκε στους Young Rascals. Το πιο απίστευτο όμως είναι ότι, όταν έκλεισε το κλαμπ και ξεκίνησε περιοδείες στις ΗΠΑ, ο Dee προσέλαβε ως κιθαρίστα ένα νεαρό μαύρο ονόματι Jimi Hendrix.