Ρατζίβ Γκάντι (1944-1991)

Ο Ρατζίβ Γκάντι υπήρξε ο όγδοος πρωθυπουργός της Ινδίας από την κήρυξη ανεξαρτησία της χώρας, και το τρίτο μέλος της οικογένειάς του που κατέλαβε αυτό το αξίωμα. Ο Ρατζίβ μεγάλωσε στο σπίτι του παππού του, του θρυλικού Παντίτ Νεχρού, τον οποίο επέλεξε ο Μαχάτμα Γκάντι ως πρώτο πρωθυπουργό της Ινδίας το 1947. Η μητέρα του Ρατζίβ, η Ίντιρα Γκάντι, διετέλεσε πρωθυπουργός από το 1966 ως το 1977 και από το 1980 ως το 1984. Παρά την οικογενειακή πολιτική παράδοση, ο Ρατζίβ μετά τις σπουδές του στη Μεγάλη Βρετανία, έγινε επαγγελματίας πιλότος των Ινδικών Αερογραμμών. Το δεξί χέρι της μητέρας τους ήταν ο μεγάλος αδελφός του, ο Σαντζάι, ο οποίος όμως σκοτώθηκε το 1980. Τότε η Ίντιρα Γκάντι έπεισε τον Ρατζίβ να διεκδικήσει την έδρα του αδελφού του στη Βουλή, την οποία κέρδισε με συντριπτική πλειοψηφία το 1981.
Εκείνη την περίοδο, η Ίντιρα Γκάντι στην προσπάθειά της να ελέγξει τις αποσχιστικές τάσεις των φανατικών Σιχ στην επαρχία Παντζάμπ, εγκαινίασε μια συνεργασία με τον μετριοπαθή ηγέτη των Σιχ, Jarnail Singh Bhindranwala. Η κατάσταση όμως της ξέφυγε από τα χέρια, και οι φανατικοί Σιχ με επικεφαλής τον Bhindranwala ταμπουρώθηκαν στο Χρυσό Ναό του Αμριτσάρ. Η Ίντιρα έστειλε εναντίον τους μεγάλες στρατιωτικές δυνάμεις, που κατέστειλαν την εξέγερση με τρομακτικές απώλειες: σκοτώθηκαν πάνω 1,000 Σιχ και δεκάδες στρατιώτες, ενώ ο Χρυσός Ναός καταστράφηκε σχεδόν ολοσχερώς. Ένα μήνα αργότερα, στις 31 Οκτωβρίου 1984, η Ίντιρα Γκάντι έπεφτε νεκρή από τις σφαίρες δύο φανατικών Σιχ, που ανήκαν στη σωματοφυλακή της. Αμέσως μετά τη δολοφονία της Γκάντι, άγριες ταραχές ξέσπασαν σε όλη τη χώρα, και οι Ινδουιστές άρχισαν να σφάζουν αδιάκριτα τους Σιχ, για να εκδικηθούν το θάνατό της. Το υπουργικό συμβούλιο όρισε ως υπηρεσιακό πρωθυπουργό τον Ρατζίβ, ο οποίος κατάφερε να ηρεμήσει τα πράγματα υπογράφοντας μια συμφωνία με τους μετριοπαθείς ηγέτες των Σιχ. Στις γενικές εκλογές του Δεκεμβρίου 1984, επωφελούμενος από το ευνοϊκό κλίμα της κοινής γνώμης, ο Ρατζίβ οδήγησε το Κόμμα του Κογκρέσου στη μεγαλύτερη νίκη του από την ίδρυση της ανεξαρτησίας της χώρας.
Ο Ρατζίβ Γκάντι, ο οποίος δεν είχε έπ’ ουδενί τις ικανότητες της μητέρας του, πέτυχε εντούτοις τη θαυμαστή οικονομική ανάκαμψη της χώρας, χάρη στο οικονομικό πρόγραμμα των ετών 1986-1990, το οποίο στηριζόταν την ενθάρρυνση των ξένων επενδύσεων και στη μείωση των φόρων εισαγωγών. Ήταν όμως αναποφάσιστος, και άλλαζε συχνά τα στελέχη της κυβέρνησής του με τεχνοκράτες και προσωπικούς φίλους του, ενώ η ανάμιξη της Ινδίας σε πυρηνικές δοκιμές, οδήγησαν τη χώρα στα πρόθυρα πολέμου με το Πακιστάν. Η κυβέρνησή του μπλέχτηκε και σε οικονομικές ατασθαλίες, κι έτσι στις εκλογές του 1989, ο μεν Ρατζίβ διατήρησε την έδρα του στη Βουλή, αλλά το κόμμα του έπαθε πανωλεθρία. Το 1991, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας στην Επαρχία Ταμίλ Ναντού, ο Ρατζίβ δολοφονήθηκε κι αυτός από δύο εξτρεμιστές Ταμίλ, που φορτωμένοι εκρηκτικά ανατινάχθηκαν μαζί του. Οι Ταμίλ θέλησαν με τον τρόπο αυτό να τον εκδικηθούν για την αποστολή ινδικών στρατευμάτων στη Σρι Λάνκα, τα οποία βοήθησαν την κυβέρνηση Jayewardene στην καταστολή του κινήματος τους για αυτονομία της μειονότητας των Ταμίλ. Τον διαδέχτηκε ο Π.Β. Ναρασίμχα Ράο, αλλά έκτοτε η Ινδία συγκλονίζεται από αλλεπάλληλες κυβερνητικές και πολιτικές κρίσεις και σκάνδαλα. Το 1998, 26 μέλη του αυτονομιστικού κινήματος που είναι γνωστό ως Τίγρεις για την Απελευθέρωση των Ταμίλ-Εελάμ, καταδικάστηκαν σε θάνατο για τη δολοφονία του Ρατζίβ Γκάντι, του πιο ‘χλομού’ επιγόνου μιας δυναμικής πολιτικής δυναστείας.

Χίλντα Παπαδημητρίου